Κρύωνα κι ήτανε χειμώνας,
τα γλαροπούλια ζητούσαν ανθρώπους.
Ταξίδευα από ώρα σε ώρα
πάνω από θάλασσες
σα να ήταν το πρώτο θαύμα
κι ο ήλιος με τύφλωνε,
δάγκωνα σφιχτά το ποίημα
οι λέξεις κροτάλιζαν,
έκοβαν τον πάγο
μιας εκτυφλωτικής σκέψης.
τα γλαροπούλια ζητούσαν ανθρώπους.
Ταξίδευα από ώρα σε ώρα
πάνω από θάλασσες
σα να ήταν το πρώτο θαύμα
κι ο ήλιος με τύφλωνε,
δάγκωνα σφιχτά το ποίημα
οι λέξεις κροτάλιζαν,
έκοβαν τον πάγο
μιας εκτυφλωτικής σκέψης.